Ποδόσφαιρο: από τη λαϊκή γιορτή, στην ναρκισσιστική βία

του Δημήτρη Ν.Γιαννάτου – δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ ( Κυριακή 26/05/2024)

Η οπαδική βία, είναι σαφώς ένα κοινωνικό, πολυπαραγοντικό φαινόμενο, όπως συχνά έχει αναλυθεί. Αναφέρομαι σε βία «οπαδική» και όχι «γηπεδική», επειδή εσχάτως, τα βίαια ή θανάσιμα επεισόδια, λαμβάνουν χώρα εκτός των γηπέδων και συχνά σε διαφορετικές ημέρες και ώρες από την διεξαγωγή των αγώνων.

Το γεγονός αυτό, πιστοποιεί εν μέρει την αποδεκτή και διαδεδομένη οπτική, ότι η κοινωνική βία εκφράζεται εν μέρει, στα γήπεδα και όχι ότι οι χούλιγκανς διαχέουν την ιδιότυπη βία τους, στο υπόλοιπο της κοινωνίας. Η πολυεπίπεδη ανάλυση του φαινομένου, οπωσδήποτε συνυπολογίζει ατομικές ενδοψυχικές αιτίες και παράγοντες κινδύνου που αφορούν λόγους κοινωνικούς, οικογενειακούς, οικονομικούς, κ.α. Εσχάτως όμως, η συχνότητα και η ένταση της βιαιότητας, ξεπερνά οποιοδήποτε όριο, σκορπίζοντας και θάνατο. Υποδεικνύοντας ότι χρειάζεται να αναγνωρίσουμε και νέα δεδομένα, για να κατανοήσουμε την ταυτότητα και τη σύνθεση της οπαδικής βίας, στην πατρίδα μας.

Βιαιοπραγίες μεταξύ οπαδών πάντοτε υπήρχαν. Όμως, μια σχεδόν μαφιόζικη  «αναβάθμιση» της βίας διαφαίνεται και μοιάζει να συντονίζεται και πιθανά έχει κοινή συναρμολόγηση και με φαινόμενα που ονομάζονται «Greek Mafia.  

Η σύγχρονη οπαδική βία, στην Ελλάδα, μάλλον προστίθεται στο πάζλ του λεγόμενου «μοντέρνου εγκλήματος» και απομακρύνεται σταδιακά από παλιότερες, ατίθασες μορφές επιθετικότητας και εφηβικής, σκληρής εκδραμάτισης, ανάλογης μιας οπαδικής «ζούγκλας του μαυροπίνακα» της δεκαετίας του ΄60.

Όσον κι αν φαίνεται παράδοξο, οι παλιότεροι – ακόμα και αιματηροί – καυγάδες των οπαδών, αναφέρονταν σε κάποιους άγραφους κανόνες και «κώδικες τιμής», που έθεταν το όριο της ανθρώπινης ζωής. Οι «αξίες» αυτές, μάλλον πήγαζαν από τις πιο «συντηρητικές» και παραδοσιακές αξίες της οικογένειας, των επαγγελμάτων, της παρέας, της γειτονιάς, κ.α. Άλλωστε οι ποδοσφαιρικές ομάδες, διατηρούσαν μια έντονη τοπικότητα και οι «χουλιγκάνοι» τους, ένιωθαν – εντελώς στρεβλά, βέβαια – και λίγο ως «πειρατές τιμής», βίαιοι υπερασπιστές αυτής της ιδιόμορφης ταυτότητας, που συνέδεε την ιστορία των τόπων κα των ομάδων. Όχι τυχαία, ο διάσημος ζωολόγος και ανθρωπολόγος Ντέσμοντ Μόρις, ενέτασσε και τους οπαδούς στις ποικιλόμορφες «φυλές» του ποδοσφαίρου, ως συλλογικές κοινότητες με σύμβολα, τελετουργικά, γραπτούς και άγραφους νόμους, ανοχή, αλλά και κοινωνικό έλεγχο. Τι άλλαξε από τότε;

Μα η γενικότερη ναρκισσιστική αποδόμηση του υποκειμένου και η από-εδαφικοποίηση του πολιτισμού μας. Στοιχεία και τα δύο, της μηδενιστικής «οντολογίας» που κατακλύζει και τη χώρα μας, ως κρίση της μεταδιαφωτιστικής νεωτερικότητας.

Ένας άκρατος εγωκεντρισμός και ναρκισσισμός καμουφλάρεται πίσω από την κοινή ταυτότητα μιας ομάδας, που συχνά έχει και οικονομικά οφέλη, εφόσον πολλοί «οπαδοί», όντως μεταλλάσονται σε «ιδιωτικό στρατό» ολιγαρχών του ποδοσφαίρου. Θα μπορούσαν μάλιστα, χωρίς σεβασμό, με την ψυχρή οικονομίστικη λογική, να «μαδήσουν» και να αποτελειώσουν τη συνεκτικότητα της κοινότητας ή της συνοικίας από την οποία προέρχονται.

Οι βίαιοι οπαδοί δεν ελέγχονται πια από μια συλλογική, «εδαφική ηθική». Είναι φιγούρες Θεάματος και κατανάλωσης βίας, χωρίς όριο. Από το «Έδαφος», τον τόπο, το Όλον, που περιόριζε ακόμα και ένα «ρέμπελο» Είναι, ξεπέσαμε στην αποθέωση του εγωισμού και της «οπαδικής», ηδονικά βίαιης επίδοσης. Αυτό σηματοδοτεί και το πέρασμα από ένα επιθετικό και υστερικό ξέσπασμα, στο  ναρκισσιστικό υποκείμενο, όταν όλος ο κόσμος είναι το Εγώ και η βίαιη πράξη της κυριαρχίας του. Γεννιέται ένας οπαδός του εαυτού του, παρά του ποδοσφαίρου.

Αποσυντίθεται σταδιακά το όριο ενός «κοινωνικού δέοντος» και ο «δολοφόνος οπαδός» ενθουσιάζεται από το θεαματικό ηδονιστικό «μπορώ», το οποίο καταναλώνει μαζικά, αποκτώντας ψευδές κύρος και «αναγνώριση». Τα πάντα μπορεί να σημαίνουν οτιδήποτε και ο «μετανεωτερικός» οπαδός, δεν διαθέτει άλλα σημεία αναφοράς και ορίων, παρά μόνον τις ατομικές αντιλήψεις και ερμηνείες του. Το «γούστο» μου, είναι το μόνο που μπορεί να γίνει σεβαστό.

Το ποδόσφαιρο που αγαπήσαμε είναι ένα σπουδαίο κοινωνικό γεγονός, μια λαϊκή γιορτή, που εγκαθιστά την επικοινωνία με ένα κοινό «παγκόσμιο ασυνείδητο». Είναι κομμάτι της παιδικότητάς μας που διατηρούμε ζωντανή, για να μην την προδώσουμε. Χρειάζεται όμως η επαναφορά αρχών, αξιών και ορίων, για να την γλιτώσουμε από το πλιάτσικο των βίαιων Νάρκισσων.

Σχολιάστε