«Το τραγούδι των ηττημένων»
του Δημήτρη Ναπ. Γ
Ο Γιώργος Αλεξάτος, μου είναι ένας συμπαθής άνθρωπος – παρόλο που δεν τον γνωρίζω προσωπικά- και δείχνει συνεπής ιδεολόγος. Έχω διαβάσει το εμπεριστατωμένο λεξικό του : «Ιστορικό λεξικό του ελληνικού εργατικού κινήματος», ξέρω φίλους του και διαβάζω τις ενδιαφέρουσες απόψεις του στο διαδίκτυο.
Μα τον συμπαθώ επίσης, γιατί είναι Κεφαλλονίτης που γεννήθηκε στο Αστακό, τονίζοντας όμως στα βιβλία του, πρώτα την καταγωγή του από το νησί και έπειτα τη γενέθλια πόλη του, όπως αισθάνομαι κι εγώ ως Αθηναίος Κεφαλλονίτης. Είναι αυτή η διαολεμένη ιδιοπροσωπεία των Κεφαλλονιτών, που δεν μπορώ να παραγνωρίσω. Όμως είναι και το τελευταίο βιβλίο του Αλεξάτου : «Το τραγούδι των ηττημένων: Κοινωνικές αντιθέσεις και λαϊκό τραγούδι στη μεταπολεμική Ελλάδα» – Εκδόσεις Κουκκίδα, που με ταξιδεύει και σε δικές μου αναζητήσεις, ταυτίσεις και προβληματισμούς.
Το λαϊκό κοινωνικό τραγούδι της περιόδου 1950-1965, αποτελούσε αγαπημένο άκουσμα και βίωμα, ακόμα και τις δεκαετίες ΄70 και 80 που μεγάλωνα. Κοντά στον αγώνα των λαϊκών ανθρώπων, της αγωνίας και των αγώνων του, ένα τραγούδι των καταφρονεμένων. Τραγούδι που χαρακτηρίστηκε «κλαψιάρικο» ή μίζερο, από πολλούς «προοδευτικούς», που εντέλει με σνομπισμό και απαξίωση, υιοθετούσαν τους χαρακτηρισμούς της αστικής τάξη και την οπτική της.
Ο Γιώργος Αλεξάτος, στο βιβλίο του, μας γνωρίζει το παραγνωρισμένο αυτό είδος, μέσα από την απαραίτητη σύνδεση των πολιτικών και κοινωνικών εξελίξεων της εποχής και με έντιμη αγάπη για τους πρωταγωνιστές. Νιώθεις υπέροχα διαβάζοντας και νιώθοντας την εποχή και τη ψυχολογία της μέσα από τη θαυμαστή πινακοθήκη των λαϊκών δημιουργών : Βαμβακάρης, Τσιτσάνης, Καζαντζίδης, Βίρβος, Μπακάλης, Παπαγιαννοπούλου, Δερβενιώτης, Κολοκοτρώνης, Γενίτσαρης, και τόσοι άλλοι, αναμεμειγμένοι με την «ήττα», τον πόνο, αλλά και τους κοινωνικούς αγώνες της φτωχολογιάς. Το τραγουδιστικό ανάλογο της «ποίησης της ήττας» σε λαϊκούς δρόμους και εργατουπόλεις, σε φτωχομάνες συνοικίες και μικρομάγαζα, είναι το λαϊκό τραγούδι για τον Γιώργο Αλεξάτο. Ζυμωμένο με τη λαϊκή δύναμη για εθνική ανεξαρτησία και ταξική απελευθέρωση, που βιωματικά κατακτούσε την εργατική τάξη σε κορυφαίες στιγμές της ιστορίας της πατρίδας μας. Θα έλεγα ότι το βιβλίο εμπνέει έναν τίμιο ελληνικό λαϊκό «εργατισμό» μακρυά από λόγια φτιασιδώματα, που αρωματίζεται από Έλληνες που αγωνίζονται να απελευθερώσουν τον καημό τους, τον τόπο και τους ίδιους.
[Το τραγούδι «Μαύρη φτώχεια», γράφτηκε από τον Μπάμπη Μπακάλη το 1952].
Αντιγράφω:
«Το ότι οι κορυφαίοι του ρεμπέτικου εκφράζουν με το τραγούδι τους το νέο κλίμα της εποχής διαψεύδει, με τον πλέον σαφή τρόπο, τον μύθο της δήθεν σιωπής τους, που, όπως διατείνονται ορισμένοι τους επιβλήθηκε με την κυριαρχία του «μοιρολατρικού» λαϊκού τραγουδιού, που το βλέπουν ως παρακμιακό σε σχέση με το ρεμπέτικο. Στην πραγματικότητα αρνούνται να δουν τη σχέση συνέχειας ανάμεσα στα δυο είδη του λαϊκού τραγουδιού των πόλεων.
(…)
«Η στάση αυτή εκφράζει μια συνολική απαξίωση του λαϊκού κοινωνικού τραγουδιού. Όχι μόνο υποδηλώνει την άρνηση των δυνατοτήτων εξέλιξης του ίδιου του κλασικού ρεμπέτικου τραγουδιού, που το θέλουν στατικό, άρα μουσειακό είδος του μακρινού παρελθόντος, αλλά υποκρύπτει και υποτίμηση του κόσμου που δούλεψε για το μεταπολεμικό λαϊκό και του κόσμου που εκφράστηκε απ’αυτό.
Η υποτίμηση του μεταπολεμικού λαϊκού τραγουδιού αποτελεί άμεσα ή έμμεσα, έκφραση συγκεκριμένης ταξικής ιδεολογικής στάσης, καθώς σημαίνει την υποτίμηση του λαϊκού πολιτιστικού πλούτου μιας ολόκληρης εποχής. Συνδέεται με μια ελιτίστικη στάση και συμπεριφορά αντίστοιχη μ’αυτήν που εκδηλώθηκε και απέναντι στο ίδιο το ρεμπέτικο, το οποίο, ως μουσειακό είδος, τώρα εκθειάζεται από κύκλους κοινωνικά και ιδεολογικά αντίστοιχα μ’αυτούς που το υποτιμούσαν ή και το δίωκαν».
Δημήτρης Ναπ.Γ
[Το τραγούδι «Φάτε πλούσιοι παράδες» είναι της αξεπέραστης Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου]