Το Velamos…

10991324_10205912500228935_5327273683040380644_n

του Νίκου Γ. Λεμονή

Είχα ένα παιδικό ποδήλατο, χρώμα κόκκινο, μασίφ σίδερο, βάρος καμμιά εικοσαριά κιλά (μπορεί να λέω και λίγα), σέλα διπλή μονοκόμματη, μάρκα Velamos, εκ της παλιάς, καλής, αγνής Τσεχοσλοβακίας ορμώμενο. ίδιο μ’ αυτό της φωτογραφίας.

Το ρήμα «είχα» δεν είναι σωστό. Δεν μου ανήκε. Για την ακρίβεια κατείχα την χρησικτησία του για μια περίοδο των παιδικών μου χρόνων. Αρχικά είχε αγοραστεί απ’ τους γονείς μου ως δώρο για ένα από τα άπειρα «δεκάρια» που μάζευε στο δημοτικό σχολείο η αδελφή μου. Ύστερα πέρασε – πάντα ως χρησιδάνειο – στα μεγαλύτερα ξαδέλφια μου, κατόπιν σ’ έμενα και εν συνεχεία θα έφτανε και στα μικρότερα ξαδέλφια μου, αν η πτωχή Ελλάς δεν μας άφηνε χρόνους για να αντικατασταθεί από την νεόπλουτη καταναλώτρια Ελλάδα. Δηλαδή την Ελλάδα που επιτρέπει σε ένα παιδί τεσσάρων ετών σαν τον μεγάλο μου γιο να έχει στην αποκλειστική νομή και κατοχή του: δύο τρίκυκλα ποδήλατα, ένα δίκυκλο ποδήλατο, ένα αυτοκίνητο με πετάλια (ομοίωμα υπό κλίμακα Porshe) και δύο πατίνια. Επιπλέον του επιτρέπει να απαιτεί και να περιμένει ως δώρο για τα επικείμενα γενέθλιά του μια ηλεκτρική μοτοσυκλέτα καθώς και μερικά μαθήματα παιδικού cart. Κοντα σ’ αυτά βάλε και όλα τα συναφή μπιχλιμπίδια, κράνη, φόρμες, γάντια ποδηλασίας ή οδήγησης, διάφορα προστατευτικά στυλ ρόμποκοπ, γυαλιά και τα ρέστα.

Το Velamάκι πάντως την έκανε μια χαρά τη δουλειά του. Γυρίζαμε, συχνά δικάβαλοι, σχεδόν όλη μέρα στους δρόμους. Από τον Άγιο Παύλο μέχρι την Πλατεία Αττικής κι ύστερα κάτω στον Κολωνό και στον λόφο Σκουζέ που πηγαίναμε για κρος και ξανά πίσω στον Σταθμό Λαρίσης και πάλι στην πλατεία της εκκλησίας στον Άγιο Παύλο που σταματούσαμε για ένα «διπλό» με πλαστική μπάλα και ύστερα μια ακόμη μικρή βόλτα μέχρι τη Βάθη. Οκ, η εντολή απ’ το σπίτι ήταν να μην απομακρυνθούμε από τη γειτονιά, αλλά κανείς μας δεν τη λάμβανε ποτέ στα σοβαρά.
Θυμάμαι μια φορά στο παρκάκι της οδού Δεληγιάννη στο Σταθμό Λαρίσης, που κάναμε χωμάτινες βόλτες με τα ποδήλατά μας, όλο σούζες και άλματα και -προφανώς – ενοχλούσαμε ένα ζευγαράκι που είχε βρει καταφύγιο και καβάτζα εκεί, ανάμεσα στα δέντρα. Κάποια στιγμή γυρίζει ο άντρας του ζευγαριού, ένα νέο παιδί καμμιά εικοσαριά ετών και μας λέει: «Τι θα γίνει ρε μάγκες; Δεν πάτε πουθενά αλλού;» κι ο φιλαράκος μου ο Γιάννης του απαντάει: «Μη στεναχωριέσαι φίλε. Κάνε δουλειά σου, ελεύθερα!». Εντάξει στο τέλος είπαμε να γίνουμε διακριτικοί και απομακρυνθήκαμε.
Κάποτε αποφασίσαμε να πάμε μέχρι το Πειραιά, περάσαμε μέσα απ’ το Μεταξουργείο, βγήκαμε στην οδό Πειραιώς κι αρχίσαμε να την κατηφορίζουμε. Ήταν το καλοκαίρι, ανάμεσα στην Πέμπτη και την Έκτη Δημοτικού, σχεδόν έντεκα χρονών.

Είχαμε φτάσει στο Γκάζι όταν μας πλησίασε ένα περιπολικό της Αστυνομίας Πόλεων, Ο χοντρούλης, οικογενειάρχης, μεσήλικας αστυφύλαξ εμφανώς ανήσυχος που έβλεπε τέσσερα πιτσιρίκια με ποδηλατάκια να κατεβαίνουν ανάμεσα στα αυτοκίνητα την Πειραιώς, σταμάτησε το περιπολικό δίπλα μας, χτύπησε με το χέρι του την πόρτα του αυτοκινήτου για να κερδίσει την προσοχή μας και είπε: «Που πάτε εσείς ρε; Γρήγορα πάρτε τα ποδήλατα στα χέρια και σπίτι !»
Κάναμε πως τον ακούσαμε, κατεβήκαμε από τα ποδήλατα και προσποιηθήκαμε πως γυρίζουμε προς τα πίσω. Μόλις απομακρύνθηκε λίγο το περιπολικό συνεχίσαμε στο δρόμο μας για Πειραιά. Δεν φτάσαμε μέχρι τέλους. Στο ύψος του Ρέντη, λίγο πριν το Καραϊσκάκη, μας κυνήγησαν κάτι σκυλιά κι είχε πια μεσημεριάσει για τα καλά. Επιστρέψαμε κουρασμένοι, με τις μανάδες μας και με τη γειτονιά ανάστατη να μας ψάχνουν γιατί είχαμε καθυστερήσει πέραν του συνηθισμένου. Έπεσε το αναμενόμενο κράξιμο, αλλά ποιος νοιάζεται… Eμείς το δικό μας το είχαμε κάνει κι εμένα το ταπεινό Velamos με είχε βγάλει ασπροπρόσωπο.

Τώρα τι να σου πω; Μπορεί να είναι η νοσταλγία των παιδικών μου χρόνων, μπορεί αυτή να τα κάνει όλα όμορφα και ιδανικά και εξωραϊσμένα, αλλά γιατί πιστεύω πως εγώ με το δανεικό μου Velamos με την τσεχοσλοβάκικη σημαία στο λαιμό του τιμονιού, με το ζευγαράκι στο πάρκο, με τον ευτραφή αστυφύλακα και με την πλαστική μπάλα στην πλατεία, πέρασα καλύτερη παιδική ηλικία από τον γιο μου με τα ποδήλατά του, τα αυτοκίνητα και τις ηλεκτρικές του μοτοσυκλέτες;

Γι αυτό σου λέω. Τι φοβάσαι ρε μαλάκα μη φύγουμε απ’ το ευρώ;;; Το Velamos να ‘ναι καλά!

Μια σκέψη σχετικά μέ το “Το Velamos…

  1. Ένα παρόμοιο με μεγάλη σέλα ήταν και μένα το πρώτο μου ποδήλατο.
    Δεν μου το αγόρασαν, πήγαμε με τον γέρο μου να κλαδέψουμε ένα τεράστιο γιασεμί σε πλουσιόσπιτο και κλαδεύοντας το εμφανίστηκε από πίσω ένα κρυμένο ποδήλατο σε κακή κατάσταση, του γιου της ιδιοκτήτριας.
    Το ζήτησε ο γέρος μου, το τσούλησε ως το σπίτι μαζί μου αφού για μένα ήταν ασήκωτο τότε, το φτιάξαμε και το βάψαμε. Μετά με έμαθε να κάνω ποδήλατο στο ανοιχτό χωράφι της «Ρεγγίνας» κρατώντας από πίσω την λαβή, μια φορά την άφησε κι εγώ έφυγα μπροστά…αυτό ήταν.
    Ακολούθησαν πολλές βόλτες σε πάροδους και κεντρικούς δρόμους, ακόμη και σύντομα απογευματινά ταξιδάκια μερικών χιλιομέτρων σε πολυσύχναστους δρόμους με τούτο, ακόμη και φορτωμένο τσάντες στο πίσω υπόλοιπο της σέλας, μα ποτέ δεν είχα ατύχημα αν και μόνο 9 – 10 χρονών…

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s