Από το ιδεώδες του Διαφωτισμού, στον θρίαμβο του απόλυτου Καπιταλισμού
Από την εισαγωγή του Γιώργου Καραμπελιά, στο νέο βιβλίο του Ζαν Κλώντ Μισεά, που κυκλοφόρησε από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις, αντιγράφουμε:
«Ήδη, ο Κορνήλιος Καστοριάδης που αποτελεί μια από τις βασικές πηγές έμπνευσης του συγγραφέα, τόνιζε πριν τριάντα σχεδόν χρόνια πως: «πάει καιρός που ο διαχωρισμός αριστερά-δεξιά, τόσο στη Γαλλία όσο και αλλού, δεν αντιστοιχεί ούτε στα μεγάλα προβλήματα του καιρού μας ούτε σε ριζικά αντίπαλες πολιτικές επιλογές» Προφανώς, λοιπόν, η προβληματική δεν είναι καινούρια, αλλά ο Ζάν Κλώντ Μισεά τη φωτίζει με έναν διαφορετικό και ριζοσπαστικό τρόπο, στηριγμένος στα ίδια τα κείμενα των Μάρξ και Ένγκελς, καθώς και στους «μέντορές» του, Τζώρτζ Όργουελ, Γκύ Ντεμπόρ, Κορνήλιο Καστοριάδη, κ.α.
(…)Η ρήξη του με την αριστερά της χώρας του, και όχι μόνο, στηρίζεται στην ανάλυση των φιλοσοφικών και ιδεολογικών προϋποθέσεων της μετεξέλιξης του παλιού σοσιαλιστικού κινήματος, που στηριζόταν στις λαϊκές τάξεις, σε μια «αριστερά» μεσοστρωματικού/καταναλωτικού χαρακτήρα η οποία, μέσω του πολιτισμικού φιλελευθερισμού και της προτεραιότητας των ατομικών δικαιωμάτων, στα 45 χρόνια που ακολούθησαν τον Μάη του 1968, μεταβλήθηκε σε alter ego, του αστικού και καπιταλιστικού οικονομικού και κοινωνικού φιλελευθερισμού. Γι’αυτό και, όπως υποστηρίζει, νιώθει υποχρεωμένος να εγκαταλείψει αυτή την αριστερά προκειμένου να παραμείνει αντικαπιταλιστής και σοσιαλιστής».
(…) Η λατρεία της προόδου, τονίζει ο Γκύ Ντεμπόρ, κυριάρχησε και στη μαρξιστική παράδοση. διότι «η ντετερμινιστική – επιστημονική πλευρά της σκέψης του Μάρξ υπήρξε η ρωγμή δια της οποίας εισχώρησε η διαδικασία της «ιδεολογικοποίησης» στη θεωρητική κληρονομιά που άφησε στο εργατικό κίνημα » (Κοινωνία του Θεάματος, Θέση 84). σε αντίθεση με άλλες αναπτύξεις των Μάρξ και Ένγκελς, οι οποίες βρίσκονται στον αντίποδα αυτής της ντετερμινιστικής αντίληψης».
(…) Η μεταφυσική της «προόδου», παραδόξως έσπρωξε τους ηγέτες της αριστεράς στην εγκατάλειψη των άλλων αναλύσεων του Μάρξ- αρχίζοντας από την πρωταρχική ιδέα σύμφωνα με την οποία » ο πλούτος των κοινωνιών, όπου κυριαρχεί ο καπιταλισμός τρόπος παραγωγής, εμφανίζεται ως μια τεράστια συσσώρευση εμπορευμάτων» (…) και συμπληρώνει ο Ντεμπόρ: «η ανταλλακτική αξία δεν μπορεί να διαμορφωθεί παρά ως αντιπρόσωπος της αξίας χρήσης, η νίκη που κέρδισε, δημιούργησε τις προϋποθέσεις της αυτόνομης κυριαρχίας της».
(…) «Ξεχνώντας» τη ριζική κριτική του εμπορεύματος, η αριστερά – στην παράδοση της σοσιαλδημοκρατίας και του σταλινισμού – θα αποδεχθεί την αντίληψη πως η απεριόριστη συσσώρευση εμπορευμάτων, δηλαδή η ανάπτυξη του καπιταλισμού, θα οδηγήσει αφ’εαυτής στην οικοδόμηση της «υλικής βάσης του σοσιαλισμού.
Αντίθετα η «πτωτική ροπή της αξίας χρήσης» (Γκύ Ντεμπόρ) » οδηγεί μοιραία σε μια κοινωνία που απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τις προϋποθέσεις μιας ανθρώπινης ζωής». «Δεν είναι δυνατό να υπάρξει οποιαδήποτε αυθεντική χειραφέτηση σε έναν κόσμο ρημαγμένο από το μπετόν, τη βιομηχανική γεωργία, τα πυρηνικά απόβλητα».
Και κλείνοντας, … κλείνουμε με την τελευταία παράγραφο του ίδιου του Ζαν Κλώντ Μισεά : » Εάν υπάρχει κάτι, πράγματι, που θα πρέπει πλέον να έχει καταστεί παγκοσμίως σαφές – ύστερα από έναν αιώνα σφαλμάτων και αποτυχιών του επαναστατικού κινήματος – αυτό είναι το ότι ο κόσμος δεν θα μπορέσει να αλλάξει πραγματικά προς το καλύτερο ( και κανένα «νόημα της Ιστορίας», καμιά θεωρία της «Προόδου» δεν μπορούν να εγγυηθούν μηχανικά αυτή την επιθυμητή διέξοδο) εκτός και αν αλλάξει από τα κάτω και, ταυτόχρονα, από τα πάνω, και αν ο καθένας, κατά συνέπεια, είναι διατεθειμένος, στην καθημερινή του ζωή, να δώσει κάτι από τον εαυτό του. Οι «επαγγελματίες» επαναστάτες που ονειρεύονται μια «ιακωβίνικη κατάληψη του Κράτους» (Γκύ Ντεμπόρ), θα όφειλαν μάλλον να αναρωτιούνται σχετικά με τη δική τους προσωπική σχέση με τη θέληση εξουσίας και την common decency (καθημερινή-λαϊκή αξιοπρέπεια). Αιώνιο μάθημα του αναρχισμού».